Adelaida Papageorgiou
(Pafos, )
Es una poeta y contadora griega. Nació en una familia numerosa de nueve hermanos y creció en Famagusta. Vivió los trágicos acontecimientos de 1974, durante la guerra de los refugiados. Ha publicado seis libros de cuentos y dos de poesía. Pronto será publicada su tercera colección de poemas. Habla inglés, francés y estudia ruso. Es miembro de la Asociación de Juventudes de Chipre KSNPV, de la Unión Panhelénica de Escritores PEL, del Grupo Cultural Helénico de chipriotas EPOK, y tesorera del Templo Sagrado de Agios Fanourios Limassol durante 20 años, entre otros. Sus poemas y cuentos han sido publicados en numerosas revistas y sitios web nacionales e internacionales, y galardonados en Grecia y Chipre.
La versión al español de estos poemas es de María Del Castillo Sucerquia
Traductora, poeta, editora y agente literario colombiana
lacabramontes@outlook.com
Πατρίδας πόνος
Κάποτε θα γίνουν τα λόγια μου
φλόγες πύρινες
τις άδικες πράξεις να κάψουν
να πνίξουν το παράπονο
στα αλμυρά δάκρυα του καημού σου
Πλανεύτηκες καημένη πατρίδα
σε λαοπλάνων πομπώδης λόγους,
αδίκησες εμάς τα παιδιά σου
που γυμνά τα στήθη προτάσσαμε
για την τιμή σου
Μα ξέρω πως όλοι αυτοί
μια μέρα θα χαθούν
σαν χνούδι που το παρασέρνει ο άνεμος
Ή ίσως μείνουν απλοί θεατές στην κερκίδα
να αναμασούν την ευτυχία των άλλων
με πικροδάφνης γεύση στο στόμα
El dolor de Patria
algún día, se convertirán en llamas mis palabras
quemarán los actos injustos
ahogarán las denuncias entre las
saladas lágrimas de la miseria
te adentraste en la pobreza por vanidosas razones
heriste a los hijos que desnudaron sus pechos en tu honor
algún día, todos nos perderemos
como briznas que lleve el viento
o, tal vez, nos tornemos espectadores en las gradas
para admirar la felicidad de los demás
con una adelfa en el paladar
Μοναξιά
Μέσα στην άβυσσο της μοναξιάς
εισέδυσε μια λεπτή ακτίδα ελπίδας
αναδύθηκε μέσα μου μια άλλη δύναμη
άλλης όρασης, άλλης ακοής
μπόρεσα να αγγίξω αλλιώς
την απερίγραπτη ομορφιά της ησυχίας
Παροδικές και εύθραυστες οι σχέσεις
ζητούσαν να με υποσκάπτουν
στα αχόρταγα σαγόνια τους
Τώρα απαλλαγμένη από την γοητεία
των φαντασμάτων της φιλίας
βίωσα την απελπισία της εγκατάλειψης
ήρθα αντιμέτωπη με το βαθύτερο εγώ μου
κι ένοιωσα ένα φως να με φλογίζει
καίοντας τα αλλότρια πάθη της ψυχής μου…
Soledad
un sutil rayo de esperanza
penetró en el abismo de la soledad
la fuerza de otra visión brotó de mis adentros
con otro oído capté la indescriptible belleza del silencio
transitorias y frágiles relaciones
entre sus mandíbulas insaciables
intentaron destruirme
libre del hechizo de los fantasmas de la amistad
sufrí la angustia del abandono
me enfrenté con las sombras más terribles
entonces hallé una luz que ardía
y consumió las irracionales
pasiones de mi psiquis
Στο υπερωο
Πατώ πάνω στην άβυσσο του κόσμου τούτου
με την φλόγα της ψυχής μου αναμμένη
Ανεβαίνω ένα ένα αναβαθμό
προς το πέλαγος της αθέατης ομορφιάς
στην αέναη διάσπαση των ορίων
μέσα από την αστραπή της αλήθειας
βαδίζω γυμνή από φροντίδες στο αυριανό άγνωστο
Αποκρυσταλλώθηκαν οι δόξες
έμειναν στατικές οι ανθρώπινες θυμαπάτες
το σχετικό μηδενίστηκε
συντρίβοντας την ζωτική ορμή της δημιουργίας
από Θεούς και Δαίμονες
Ανηφορίζω κατανικώντας τον φόβο
στο πνευματοφόρο Υπερώο
συνδαιτημόνας στο ιερό συμπόσιο
που θα αναστήσει τα όνειρα της ατέρμονης Ομορφιάς…
La cúspide
habito en el abismo del mundo
con la llama del alma encendida
asciendo, paso a paso, hacia el mar de la invisible belleza
rompo las perpetuas fronteras
con el relámpago de la verdad
avanzo desnuda hacia la aurora desconocida
se cristalizaron las glorias
los humanos delirios permanecieron estáticos
lo esencial cayó a cero
aplastó el impulso vital de la creación
que engendraron los dioses y demonios
pero en la conquista del miedo continúo el ascenso
en el salón de los espíritus, en el banquete sagrado
resucitarán los sueños de la belleza sin fin
Εποχες
Θα περάσω χωρίς δισταγμό
κάτω από τις ανθισμένες
τριανταφυλλιές των χαμόγελων,
ατενίζοντας το λαμπρό σου φως
με κλειστά τα μάτια
Μες τον ίσκιο της αγκαλιάς
του Καλοκαιριού
έκλεισα το άρωμα της ψυχής μου
Η νιότη, η αρυτίδωτη νιότη
περνά ανέμελα γελώντας
Λυπημένη την αποχαιρετώ
Αγαπώ τούτο το Φθινοπωρινό κλάμα
ίδιο με τους στοχασμούς μου
Όσο ανθίζουν τα ρόδα
μακραίνουν οι στίχοι
κλεισμένοι στις αχτίνες των ματιών
της αιώνιας Άνοιξης
που κανένας Χειμώνας
να σκιάσει δεν θα μπορέσει…
Estaciones
sin dudarlo
pasaré bajo las abiertas rosas
las sonrisas
mirando con los ojos cerrados
tu brillante luz
cerré el perfume de mi alma
con el abrazo de la sombra del verano
juventud
arrugada juventud
que pasas riendo despreocupada
con tristeza me despido
amo este llanto otoñal
igual que a mis pensamientos
cuanto más florecen las ruedas
más vastas son las letras
cierro los ojos en los ojos de la primavera
donde ningún inverno
podrá hacer sombra